Γιώργος Τζαβέλλας

Γέννηση: 10 Αυγούστου 1916
Θάνατος : 18 Οκτωβρίου 1976
Ιδιότητα: Ηθοποιός, Σεναριογράφος, Σκηνοθέτης
Ταινίες με FF: 8

finos-film-inline-logo
Αφιερώματα #remembering (1)

ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ #1
play-sharp-fill

ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ #1

Αυτοδίδακτος σκηνοθέτης, με εξαιρετική παιδεία και μόρφωση, ο Γιώργος Τζαβέλλας ήταν εκείνος που ενηλικίωσε τον ελληνικό κινηματογράφο και του έδωσε κύρος, βγάζοντας τον έξω από τα σύνορα της χώρας μας. Ανάμεσα στις δώδεκα μόλις σκηνοθετικές του δουλειές συγκαταλέγονται ταινίες-ορόσημα που ανέβασαν τον πήχη της εγχώριας κινηματογραφίας και απέδειξαν πως η εμπορική επιτυχία μπορεί κάλλιστα να συνδυαστεί με την καλλιτεχνική αρτιότητα.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στην Αθήνα με καταγωγή από την θρυλική οικογένεια των Τζαβελλαίων που πρωτοστάτησε στην επανάσταση του 1821. Γιος του δημοσιογράφου Θάνου Τζαβέλλα και της Αφροδίτης Μιχαηλίδου μεγάλωσε σε αστικό περιβάλλον και μικρός έδειξε την αγάπη του για τις τέχνες. Σε ηλικία 11 χρονών είχε την τύχη να είναι παρών στις Δελφικές Γιορτές που διοργάνωσε ο Άγγελος Σκιελιανός και η σύζυγός του η Έυα Πάλμερ. Παρακολουθώντας εκείνο το ιστορικό ανέβασμα του Προμηθέα Δεσμώτη συνειδητοποίησε πως θέλει να μπει κι εκείνος στον μαγικό κόσμο του θεάτρου και της υποκριτικής. Στην εφηβεία του ασχολείται με τον αθλητισμό, ενώ απολαμβάνει να βλέπει αμέτρητες ταινίες στον κινηματογράφο και συχνά μιμείται στους φίλους και την οικογένειά του τον «Σαρλό», όπως τον έβλεπε στη μεγάλη οθόνη.

Όταν αγοράζει συνεταιρικά με ένα φίλο του μια μικρή μηχανή λήψης Pathe-Baby, τότε αρχίζει να ξεδιπλώνει και στην πράξη την αγάπη του για το σινεμά. Γυρίζει τα πρώτα του ερασιτεχνικά φιλμάκια και επινοεί μια εταιρία παραγωγής με το όνομα του, την Τζαβ Film. Για να ικανοποιήσει τον πατέρα του, ο οποίος δεν έβλεπε με τόσο καλό μάτι αυτές τις ασχολίες, ο Γιώργος Τζαβέλλας δίνει εξετάσεις και γίνεται δεκτός στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την ίδια περίοδο η γνωριμία του με τον Νίκο Τσιφόρο έχει εξελιχθεί σε μια δυνατή φιλία. Μάλιστα ο Τσιφόρος του αφιερώνει το 1936 το βιβλίο «Τζιμ Κακής Ποιότητας» και την ίδια χρονιά γράφουν μαζί την οπερέτα με τίτλο «Ο Κλέφτης της Καρδιάς μου». Η πρεμιέρα γίνεται στις 22 Οκτωβρίου του 1946 στο θέατρο Μοντιάλ με θίασο που είχε επικεφαλής τους Μίμη Κοκκίνη, Ηρώ Χαντά και Ορέστη Μακρή και η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ήταν η πρώτη φορά που ο Γιώργος Τζαβέλλας είδε το όνομα του στους δημιουργούς ενός θεατρικού έργου, ενώ για πρώτη και μοναδική φορά στην καριέρα του γράφει και τη μουσική (χωρίς να έχει διδαχτεί ποτέ).

Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Ο Γιώργος Τζαβέλλας σκηνοθέτησε δώδεκα ταινίες, όλες σε δικό του σενάριο. Είναι ο πρώτος σκηνοθέτης που αποδέσμευσε τους ηθοποιούς από το στομφώδες θεατρικό παίξιμο στον κινηματογράφο, ο πρώτος που εισήγαγε τον διπλό άξονα αφήγησης και τη σπονδυλωτή άρθρωση. Ήταν επίσης ο πρώτος που έδινε μέσα από τη μυθοπλασία την αίσθηση του πραγματικού με έντονα στοιχεία νεορεαλισμού. Κάθε ταινία του είχε μία καινοτομία και κάτι πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα.

Μέσα στην Αθήνα της Γερμανικής Κατοχής ο Τζαβέλλας γνωρίζει τον Αττίκ που βρίσκεται στη δύση της καριέρας του, συγκινείται από την ιστορία του και αποφασίζει να τη μεταφέρει στον κινηματογράφο. Πείθει τον Μαυρίκιο Νόβακ να αφήσει πίσω του τα ζουρνάλ και τις διαφημίσεις και να γυρίσει την πρώτη ταινία μυθοπλασίας της Νόβακ Φιλμ. Τα «Χειροκροτήματα» με τον ίδιο τον Αττίκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο κάνουν πρεμιέρα λίγο πριν την απελευθέρωση, την πρωτομαγιά του 1944. Είναι ένα φιλμ που θεωρείται ως η πρώτη τεχνικά άρτια ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, μια ταινία που σηματοδότησε την έναρξη μιας ανοδικής πορείας για τις εγχώριες παραγωγές.

Η στενή φιλία που αναπτύσσει στη διάρκεια της Κατοχής με τον Φιλοποίμενα Φίνο, του δίνει την ευκαιρία για τη δεύτερη του ταινία. Στα «Πρόσωπα Λησμονημένα» (1946) ο Τζαβέλλας ξεδιπλώνει τις σκηνοθετικές του αρετές, έχοντας στη διάθεσή του σπουδαίους ηθοποιούς όπως ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Γιώργος Παππάς, η Μιράντα Μυράτ, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας και η νεαρή Ζινέτ Λακάζ. Πρόκειται για την αφετηρία μιας δημιουργικής συνεργασίας με τη Φίνος Φιλμ που έγινε σημείο αναφοράς για τον ελληνικό κινηματογράφο, με επτά ταινίες που συνδύασαν τεχνική, καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Ο θρυλικός «Μεθύστακας» (1950) θεωρείται ότι ενηλικίωσε την έβδομη τέχνη στην Ελλάδα, κάνοντας εμπορικό πάταγο και σημειώνοντας ρεκόρ εισιτηρίων που άντεξε επί 21 χρόνια. Πέρα από την ανεπανάληπτη ερμηνεία του Ορέστη Μακρή σε ρόλο μεθύστακα – πρότυπο ως τις μέρες μας – παρουσιάζεται για πρώτη φορά η χειραφετημένη γυναίκα που προσπαθεί να επιβιώσει μόνη της. Λίγο νωρίτερα ο Τζαβέλλας είχε μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το πειρατικό διήγημα του Αργύρη Εφταλιώτη, γυρίζοντας με τη Νόβακ Φιλμ το «Μαρίνος Κοντάρας» (1948), την πρώτη ελληνική ταινία που συμμετείχε σε ξένο φεστιβάλ (στο Knokke-le-Zoute του Βελγίου το 1949).

Το 1952 σκηνοθετεί δύο ταινίες για τη Φίνος Φιλμ, πρώτα το κοινωνικό νεορεαλιστικό δράμα «Η Αγνή του Λιμανιού» με την Ελένη Χατζηαργύρη και το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς την κωμωδία «Ο Γρουσούζης» με τον Ορέστη Μακρή (η οποία δυστυχώς δεν διασώζεται). Το «Σωφεράκι» (1953) γίνεται η πιο εμπορική ταινία της σεζόν 1953-54 με τον Μίμη Φωτόπουλο στον αρχετυπικό ρόλο του λαϊκού μάγκα. Η επιτυχία ήταν τέτοια που έκανε τον Φωτόπουλο τον πρώτο μεγάλο σταρ του ελληνικού κινηματογράφου και τον πιο περιζήτητο ηθοποιό της δεκαετίας του ’50. Στην «Κάλπικη Λίρα» (Ανζερβός, 1955) ο Γιώργος Τζαβέλλας δημιουργεί την πρώτη σπονδυλωτή ταινία, αξιοποιώντας μερικούς από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς εκείνης της περιόδου (Δημήτρης Χορν, Έλλη Λαμπέτη, Βασίλης Λογοθετίδης, Μίμης Φωτόπουλος, Ορέστης Μακρής). Ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που έκανε μεγάλη καριέρα στις αίθουσες του εξωτερικού, προβλήθηκε σε Ευρωπαϊκά φεστιβάλ ενώ συμπεριλήφθηκε στις καλύτερες του παγκόσμιου σινεμά από τον διάσημο Γάλλο θεωρητικό του κινηματογράφου Ζορζ Σαντούλ.

Συνεχίζοντας με την Ανζερβός ο Γιώργος Τζαβέλλας γυρίζει το «Ζηλιαρόγατο» (1956) με τον Βασίλη Λογοθετίδ,η σε μια μεταφορά της θεατρικής επιτυχίας του Γεωργίου Ρουσσου «Ο Εραστής Έρχεται» και το 1958 σκηνοθετεί το «Μια Ζωή την Έχουμε» (τίτλο που δανείστηκε από το τραγούδι που είχε γράψει ο ίδιος για το «Σωφεράκι»). Ήταν η τελευταία του ταινία για τη Φίνος Φιλμ και η ακριβότερη παραγωγή της εταιρίας ως τότε με πρωταγωνιστικό δίδυμο τον Δημήτρη Χορν και την ελληνοιταλίδα Υβόν Σανσόν. Με την «Αντιγόνη» (1961) παραδίδει την πρώτη σοβαρή προσπάθεια μεταφοράς αρχαίας τραγωδίας στον κινηματογράφο (εκπληρώνοντας το παλιό του όνειρο, ήδη από την εποχή που παιδί παρακολούθησε της Δελφικές Γιορτές) και συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Βερολίνου.

Με την τελευταία του ταινία «Η Γυνή να Φοβείται τον Άντρα» (Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, 1965) μεταφέρει στο σινεμά το δικό του θεατρικό έργο και πλάθει ένα από τα πλέον εμβληματικά κινηματογραφικά ζευγάρια ενώνοντας τον Γιώργο Κωνσταντίνου με τη Μάρω Κοντού, σε μια ταινία που παραμένει διαχρονικά αγαπημένη από το κοινό.

Εκτός από τις ταινίες που σκηνοθέτησε ο ίδιος, ο Γιώργος Τζαβέλλας έγραψε το σενάριο για τρία ακόμα φιλμ. Το 1955 γράφει το σενάριο για τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας» (Φίνος Φιλμ) του Ντίνου Δημόπουλου και το 1958 γράφει το «Μια Λατέρνα Μια Ζωή» (Ανζερβός) που σκηνοθετεί ο Σωκράτης Καψάσκης. Δικό του ήταν και το σενάριο για το «Ο Αστερισμός της Παρθένου» που αρχικά φιλοδοξούσε να γυρίσει ο ίδιος αλλά τελικά σκηνοθέτησε ο Γιάννης Δαλιανίδης το 1973.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γιώργος Τζαβέλλας μετά την πτώση της Χούντας ανέλαβε την διοίκηση της Γενικής Κινηματογραφικών Επιχειρήσεων, του φορέα που είχε συσταθεί για τη στήριξη της εγχώριας κινηματογραφικής παραγωγής. Επιτέλεσε σημαντικό έργο και κατά τη δική του διοίκηση ο φορέας μετεξελίχθηκε στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, στην προεδρία του οποίου παρέμεινε έως την παραίτησή του για λόγους υγείας το φθινόπωρο του 1976.

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Μπορεί να εστίασε τις δυνάμεις του στον κινηματογράφο, όμως ο Γιώργος Τζαβέλλας δεν εγκατέλειψε ποτέ το θέατρο από το οποίο άλλωστε ξεκίνησε. Το 1946 γράφει τη δραματική κωμωδία «Το Παραμύθι του Φεγγαριού» που ανεβαίνει στο θέατρο Κοτοπούλη – Ρεξ από το θίασο Μυράτ – Λογοθετίδη. Τα επόμενα χρόνια στρέφεται στην επιθεώρηση με παραστάσεις όπως «Αθάνατος Ρωμιός» (1950), «Η Γυναίκα με το Βέτο» (1950), «Πάμε Πρίμα» (1950-51), «Όλα τον Ανήφορο» (1950-51) και «Φρύνη του 52» (1951-52). Τη θεατρική περίοδο 1959-60 γράφει το «Η Γυνή να Φοβήται τον Άνδρα» που ανεβαίνει στο θέατρο Αθηνών από τον Βασίλη Λογοθετίδη, με τον ίδιο στο ρόλο του Αντωνάκη και την Ίλια Λιβυκού στο ρόλο της Ελενίτσας. Αυτός ο ρόλος ήταν και ο τελευταίος που έπαιξε ο σπουδαίος Έλληνας ηθοποιός πριν πεθάνει τον Φεβρουάριο του 1960. Στην τελευταία περίοδο της καριέρας του ο Γιώργος Τζαβέλλας γράφει την επιθεώρηση «Ησαΐα Χόρευε» που ανεβαίνει με επιτυχία το καλοκαίρι του 1969 και την επιθεώρηση «Κάτω στον Πειραιά» που παίζεται το χειμώνα 1971-72 από το θίασο Καλουτά – Στολίγκα – Στρατηγού. Η τελευταία παράσταση που έχει την υπογραφή του ήταν η «Ντόρα», ένα έργο που είχε για χρόνια στο συρτάρι και τελικά ανέβηκε τη θεατρική περίοδο 1972-73 από το θίασο της Σμαρούλας Γιούλη.

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ

Ο Γιώργος Τζαβέλλας παντρεύτηκε τον Μάρτιο του 1950 την αγαπημένη του Μήλια, με την οποία έμειναν αχώριστοι μέχρι τον θάνατο της το 1969. Ήταν η «μούσα» του και η απώλεια της είχε βαθιά επίδραση πάνω του. Μαζί απέκτησαν ένα γιό, τον Θάνο.

ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Το 1965 τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας για το «Η δε Γυνή να Φοβήται τον Άνδρα» από το φεστιβάλ του Σικάγο στην Αμερική.

Αξίζει να αναφέρουμε τα σχόλια κάποιων καλλιτεχνών για το μεγαλείο του Γιώργου Τζαβέλλα:
«Όταν ακούς το όνομά του έχεις την διάθεση να χαμογελάσεις, από την γλυκιά φυσιογνωμία που σου ‘ρχεται στο νου. Ήταν ένας άνθρωπος ζεστός και τρυφερός, πέρα από την επαγγελματική του ιδιότητα. Για αυτό και έλειψε πολύ, τόσο η ανθρωπιά του όσο και η τέχνη του». – Ελένη Χατζηαργύρη, 1997
«Ο Τζαβέλλας ήταν ο τζέντελμαν του ελληνικού κινηματογράφου. Είχε μια λεπτότητα, μια εσωτερικότητα και μια ευαισθησία που δεν την συναντούσες συχνά στα πλατώ». – Μάρω Κοντού
«Ένας θησαυρός. Ένας σπουδαίος σκηνοθέτης, ένας σπουδαίος Έλληνας και άνθρωπος. Δεκαεννιά χρονών πήγα και είπα δύο φράσεις και με πήρε στην «Αγνή του Λιμανιού». Μια ταινία που συγκινεί ακόμα και σήμερα, επειδή είναι «παιδί» του Γιώργου Τζαβέλλα». – Νίκος Ρίζος, 1997

ΘΑΝΑΤΟΣ

Ο Γιώργος Τζαβέλλας πέθανε στις 19 Οκτωβρίου του 1976, σε ηλικία 60 ετών.

finos-film-inline-logo
Αποφθέγματα #quotes

«H δουλειά του συγγραφέα και του σκηνοθέτη είναι από κείνες που δεν παίρνουν μέσον, γιατί κρίνονται από το μεγάλο κοινό, που είναι αμείλικτο και δίκαιο.»
«Πήγαινα στο σινεμά και καθόμουν από τις 4 ως τις 12 όλη την εβδομάδα και έβλεπα μια ταινία ώσπου να τη μάθω απ' έξω. Έβλεπα πώς γίνεται το πλάνο, ο φωτισμός και διάβαζα όσα βιβλία έβρισκα.»
«Πρώτο εμπόδιο στην καριέρα μου στάθηκαν τα νιάτα μου. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν παντού και πάντα οι νέοι, γιατί οι μεγάλοι τους βλέπουν με κάποια επιφύλαξη.»
«Τα εμπόδια που μου παρουσιάζονταν, τα αντιμετώπιζα με απόλυτη ψυχραιμία. Αρκεί να μη χάσεις τη ψυχραιμία σου και την υπομονή σου, όταν έχεις ν’ αντιμετωπίσεις κάτι, όσο δύσκολο και μεγάλο κι αν φαίνεται.»
«Προσωπικώς πιστεύω ότι θα είχαμε πολλά να κερδίσουμε αν στρεφόμασταν σε θέματα καθαρώς ελληνικού χρώματος, εν συνδυασμώ με τις φυσικές καλλονές του τόπου. Είναι ο μόνος τρόπος ν’ αποφύγουμε τη συντριπτική σύγκριση με τον πλούτο των σκηνικών που παρουσιάζουν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά φιλμ. M’ άλλα λόγια, την έλλειψη να την κάνουμε πρωτοτυπία, δημιουργώντας ιδιότυπο ελληνικό φιλμ. Kι άλλωστε, αυτή θα είναι η προσωπικότητα του ελληνικού κινηματογράφου: Το ελληνικό θέμα.»

finos-film-inline-logo
Ταινίες με την FF