Σαπφώ Νοταρά

Γέννηση: 1907
Θάνατος : 11 Ιουνίου 1985
Ιδιότητα: Ηθοποιός
Ταινίες με FF: 4

finos-film-inline-logo
Αφιερώματα #remembering (1)

ΣΑΠΦΩ ΝΟΤΑΡΑ #1
play-sharp-fill

ΣΑΠΦΩ ΝΟΤΑΡΑ #1

Διαθέτοντας πηγαίο ταλέντο και με σήμα κατατεθέν τη χαρακτηριστική βροντώδη φωνή της, η Σαπφώ Νοταρά ήταν μια ηθοποιός θεατρικά πολυσχιδής που όμως στον κινηματογράφο τυποποιήθηκε με ρόλους καλόψυχης υπηρέτριας, σπιτονοικοκυράς ή μητέρας. Γαλουχήθηκε σε δύσκολους θεατρικούς καιρούς, επέλεξε να μείνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και άφησε εποχή με τις ερμηνείες της και κυρίως τις αξέχαστες ατάκες της.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στην Βήσσανη του νομού Ιωαννίνων και το πραγματικό της όνομα ήταν Σαπφώ Χανδάνου (ή Χαϊνδάνου). Εκεί πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της, πριν ακολουθήσει την οικογένεια της στο Ηράκλειο της Κρήτης όπου άνοιξαν αρτοποιείο. Στα νεανικά της χρόνια η Σαπφώ έκανε γαλλικά, χορό και μπαλέτο κι εξελίχθηκε σε μια αυτάρκη και χειραφετημένη γυναίκα. Μάλιστα όταν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, αφήνοντας το Ηράκλειο μετά το διαζύγιο της αδελφής της, απέκτησε πανεπιστημιακή μόρφωση, γεγονός σπάνιο για την εποχή εκείνη. Αποφοίτησε από την Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή και βρήκε δουλειά σε Τράπεζα. Εγκατέλειψε όμως αυτή την επαγγελματική «ασφάλεια» για να ακολουθήσει το πάθος της και να σπουδάσει υποκριτική.

Επιλέγει το ψευδώνυμο Νοταρά όταν περνά μια μέρα από την ομώνυμη οδό και φοιτεί στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου (τη νυν Σχολή του Εθνικού Θεάτρου) και στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Πειραιώς (νυν Σχολή Δραματικής Τέχνης Πειραϊκού Συνδέσμου) με δάσκαλο τον Βασίλη Ρώτα. Αποφοιτεί το 1933 παίρνοντας δίπλωμα υποκριτικής με το βαθμό «λίαν καλώς», με άριστα στην απαγγελία και τη δραματουργία. Το ντεμπούτο της στο θέατρο γίνεται όμως πριν ακόμα αποφοιτήσει, σε παραστάσεις που ανεβάζει ο δάσκαλός της Βασίλης Ρώτας στο Λαϊκό Θέατρο Παγκρατίου: «Ο Καραγκιόζης» του Θεόδωρου Συναδινού το καλοκαίρι του 1930, «Ισταμπολντά» (ψευδώνυμου συγγραφέα) και «Ο Εχθρός του Λαού» του Ερρίκου Ίψεν το Μάιο του 1931.

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Παραμένει άγνωστο πότε η Σαπφώ Νοταρά έκανε την πρώτη επαγγελματική της θεατρική εμφάνιση, όμως τον Οκτώβριο του 1936 συμμετέχει στο χορό της «Ηλέκτρας» που ανεβάζει το Εθνικό Θέατρο στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη. Μέχρι την κήρυξη του πολέμου την συναντάμε σε συνεργασίες με τον Κώστα Κροντηρά, όπως στο ανέβασμα των «Βρικολάκων» του Ερρίκου Ίψεν το καλοκαίρι του 1937 στα Χανιά και το καλοκαίρι του 1939 στην παράσταση «Καλώς Ήλθες» επίσης στα Χανιά. Το φθινόπωρο του 1943, εν μέσω της Γερμανικής Κατοχής, η Σαπφώ Νοταρά εντάσσεται στο νεοιδρυθέν Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης (μετέπειτα ΚΘΒΕ) με διευθυντή τον Λέοντα Κουκούλα, σε θίασο με την Ελένη Χατζηαργύρη, Χριστίνα Καλογερίκου, Μάνο Κατράκη, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Νίκο Χατζίσκο και άλλους.

Μετά την Απελευθέρωση συνεργάζεται με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη (1946-47) στο ανέβασμα του «Έντα Γκάμπλερ» του Ερρίκου Ίψεν ενώ ακολουθεί περιοδεία με τον ίδιο θίασο και πλειάδα έργων σε Αίγυπτο και Κύπρο. Συνεργάστηκε στενά και με την Μαρίκα Κοτοπούλη, την οποία αντικαθιστούσε στο εναλλασσόμενο ρεπερτόριο του θεάτρου (μαζί με τη Γεωργία Βασιλειάδου) όταν η Μαρίκα Κοτοπούλη ταξίδευε στο εξωτερικό. Το 1954 παίζει με το θίασο της Κυβέλης στο «Μια Γυναίκα Χωρίς Σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη (ο οποίος μόλις την έχει σκηνοθετήσει στο «Κυριακάτικο Ξύπνημα») και τη θεατρική περίοδο 1955-56 συνεργάζεται με το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη παίζοντας στο ανέβασμα του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται».

Κόντρα στην κινηματογραφική της τυποποίηση, έπαιξε με επιτυχία τραγωδία (Α’ Κορυφαία σε ανέβασμα της «Ηλέκτρας» που περιόδευσε την Ελλάδα το καλοκαίρι του 1957) αλλά και αρχαία κωμωδία όταν ο θίασος της Άννας Συνοδινού ανέβασε τις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Μίνου Βολανάκη, στις παραστάσεις που εγκαινίασαν το θέατρο του Λυκαβηττού το 1965.

Στην ύστερη φάση της καριέρας της ήρθαν τρεις σημαντικές παραστάσεις που έμειναν ιστορικές. Το 1977 ο Γιάννης Τσαρούχης την πείθει να είναι η κορυφαία του χορού στις «Τρωάδες» (με Εκάβη τη Σμάρω Στεφανίδου), στην παράσταση που ανέβασε σε ένα αυτοσχέδιο θέατρο στο Κολωνάκι με διθυραμβικές κριτικές από τον Ελληνικό και τον διεθνή τύπο. Τη θεατρική περίοδο 1978-79 παίζει δίπλα στην Έλλη Λαμπέτη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο «Φιλουμένα Μαρτουράνο» του Ντε Φίλιππο, που ανεβαίνει στο θέατρο Σούπερ Σταρ σε μετάφραση Κώστα Ταχτσή και σκηνοθεσία Μάουρο Μπολονίνι. Κύκνειο άσμα της στο θεατρικό σανίδι αποτέλεσε η συνεργασία της με τον Μάνο Χατζιδάκι τη θεατρική περίοδο 1982-83 στο έργο «Πορνογραφία» που ανέβηκε στο θέατρο Σούπερ Σταρ. Το τραγούδι «Στην Οδό του Μπλαμαντώ» από εκείνη την παράσταση δισκογραφήθηκε με τη φωνή της σε ντουέτο με τον Ηλία Λιούγκο.

Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Η Σαπφώ Νοταρά έκανε την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση το 1951 στην ταινία «Η Λύκαινα» της Μαρίας Πλυτά (Ανζερβός) και ακολουθεί το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954) του Μιχάλη Κακογιάννη με ένα χαρακτηριστικό ρόλο δίπλα στην Έλλη Λαμπέτη και τον Δημήτρη Χορν και η «Αρπαγή της Περσεφόνης» του Γρηγόρη Γρηγορίου που ξεκίνησε να γυρίζεται το 1953 και ολοκληρώθηκε το 1956.

Η συνεργασία της με την Φίνος Φιλμ εγκαινιάζεται το 1958 με την ταινία «Η Κυρά μας η Μαμμή» του Αλέκου Σακελλάριου, όπου συναντά τη Γεωργία Βασιλειάδου την οποία γνώριζε καλά από τη συνεργασία τους στο ξεκίνημα της καριέρας της στο θίασο του Βασίλη Ρώτα στο Λαϊκό Θέατρο Παγκρατίου. Μεγάλος σταθμός της κινηματογραφικής της διαδρομής η συμμετοχή στη «Συνοικία το Όνειρο» (1961) του Αλέκου Αλεξανδράκη ενώ την επόμενη χρονιά τη βρίσκουμε δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Νίκο Κούρκουλο στο «Ταξίδι» (1962) για τη Φίνος Φιλμ. Ωραίοι ήταν οι ρόλοι της στις ταινίες «Μην Ερωτεύεσαι το Σάββατο» (1962) του Βασίλη Γεωργιάδη και «Αν Έχεις Τύχη» (1964) του Γιώργου Πετρίδη, και τις δύο φορές δίπλα στον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Δεν άργησε να τυποποιηθεί κινηματογραφικά στον χαρακτηριστικό κωμικό τύπο μεγαλοκοπέλας (συνήθως σπιτονοικοκυράς ή καμαριέρας) με σήμα κατατεθέν με τη χαρακτηριστική βροντώδη φωνή της και το επιβλητικό παρουσιαστικό της. Ένας τέτοιος ρόλος έρχεται το 1964 στη «Χαρτοπαίχτρα» της Φίνος Φιλμ, όπου δίπλα στη Ρένα Βλαχοπούλου παραδίδει σκηνές ανθολογίας ως υπηρέτρια Μαριγώ.

Το 1967 είναι μια χρονιά που τη συναντάμε σε τρεις αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους ταινίες που όμως έχουν μείνει δημοφιλείς έως σήμερα: στο απολαυστικά καλτ «Μίνι Φούστα και Καράτε» του Βαγγέλη Σειληνού, στο «Δημήτρη μου, Δημήτρη μου» του Κώστα Καραγιάννη που ήταν η μοναδική έγχρωμη ταινία της και κυρίως στο «Αχ! Αυτή η Γυναίκα μου (1967)» του Γιώργου Σκαλενάκη όπου ξεστομίζει τις θρυλικές πια ατάκες «Μπουρλότο!» και «Εδώ μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορα». Με 32 συνολικά ταινίες στο ενεργητικό της, η Σαπφώ Νοταρά έκανε τις τελευταίες κινηματογραφικές της εμφανίσεις το 1970 στις ταινίες «Έμπαινε Μανωλιό» (Καραγιάννης-Καρατζόπουλος) του Κώστα Καραγιάννη, «Το Παιδί της Μαμάς» (Κλακ Φιλμ) του Απόστολου Τεγόπουλου και «Να ‘τανε το 13 να ‘πεφτε σε μας!» (Καραγιάννης-Καρατζόπουλος) του Ντίνου Δημόπουλου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Σαπφώ Νοταρά αγαπήθηκε από το κοινό και μέσα από την εξαιρετικά επιτυχημένη πορεία στο ραδιόφωνο. Έπαιξε στα ραδιοφωνικά σήριαλ «Μικρό Μαγαζάκι» και «Πικρή Μικρή μου Αγάπη» του Βαγγέλη Γκούφα, και στο «Ημερολόγιο ενός Θυρωρού», του Κώστα Πρετεντέρη όπου ενσάρκωσε με μεγάλη επιτυχία την Κλημεντίνη Περπερίδου, μια αποτυχημένη πριμαντόνα. Έδωσε επίσης τη φωνή της στη μάγισσα Μπρουχίλντα της θρυλικής «Λιλιπούπολης» (1977-80). Το 1981 σαρώνει ως Κυρία Κυριακή στο ομότιτλο ραδιοφωνικό σήριαλ του Κ. Π. Παναγιωτόπουλου (Bar Bar), με τον οποίο συνεργάζεται ξανά λίγο πριν το θάνατό της στα ραδιοφωνικά μονόπρακτα “Ο Καλά-καλά και η Αλλά-αλλά” μαζί με τον Σταύρο Ξενίδη. Τέλος, παρακαταθήκη έχουμε σήμερα την ανάγνωση των διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που ηχογράφησε η Σαπφώ Νοταρά για το Δεύτερο και Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ

Η Σαπφώ Νοταρά δεν παντρεύτηκε ποτέ, παρά τα φλογερά ειδύλλια και τις άκαρπες προτάσεις γάμων που και η ίδια αφηγούνταν. Συνδεόταν με στενή φιλία με τον ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και τον συγγραφέα Κώστα Ταχτσή. Μεγαλώνοντας έκλεινε ολοένα και περισσότερο τον κύκλο της, περιορίζοντας τις επαφές της με παλιούς φίλους και συνεργάτες. Διάβαζε ατελείωτα και ζούσε μόνη σε ένα διαμέρισμα της Πλατείας Κουμουνδούρου, εκεί όπου άφησε την τελευταία της πνοή.

ΘΑΝΑΤΟΣ

Η Σαπφώ Νοταρά πέθανε στις 11 Ιουνίου 1985, σε ηλικία 78 ετών.

finos-film-inline-logo
Αποφθέγματα #quotes

«Στην πραγματική ζωή δε θα υπάρχω. Θα υπάρχω μόνο, όσο διαρκεί η παράσταση».

finos-film-inline-logo
Ταινίες με την FF